Το αμερικανικό FBI δημοσίευσε φωτογραφίες της Monica Elfriede Witt, επίσης γνωστής με το ψευδώνυμο Φατίμα Ζάχρα, η οποία το 2012 φέρεται να ασπάστηκε το Ισλάμ και έκτοτε έλαβε το όνομα Narges Witt. Ακόμη πιο περίεργο στην ιστορία είναι ότι η καταζητούμενη, κα. Witt, είναι πρώην στέλεχος της Αμερικανικής Αεροπορίας (USAF) με ειδίκευση στην κρυπτογράφηση, την γλωσσολογία και την αντικατασκοπεία. Μιλά την γλώσσα Φαρσί (περσικά) και κατείχε υψηλή διαβάθμιση στην γνώση απόρρητων πληροφοριών. Για μια δεκαετία περίπου υπηρετούσε στη στρατιωτική υπηρεσία πληροφοριών, σε διάφορες αποστολές στην Μέση Ανατολή ως μέλος πληρωμάτων αεροσκαφών υποκλοπών RC-135W Rivet Joint αλλά και κλιμακίων ανάλυσης.
Έχει στο παρελθόν παρασημοφορηθεί από τον Πρόεδρο George W. Bush για την συμβολή της στην επιτυχία των υπηρεσιών πληροφοριών. Η μνεία για το μετάλλιο της, με ημερομηνία 2 Δεκεμβρίου 2004, αναφέρει: “ Η Επισμηνίας Witt διακρίθηκε για τιμητικές πράξεις, ενώ συμμετείχε σε μακροσκελείς πτήσεις, μεταξύ 29 Μαρτίου και 8 Απριλίου. Κατά την διάρκεια της περιόδου αυτής, η ικανότητα και το θάρρος στην επιτυχή τέλεση εκείνων των σπουδαίων αποστολών αναγνώρισης για την υποστήριξη της Επιχείρησης IRAQI FREEDOM, υπό ιδιαίτερα επικίνδυνες συνθήκες, κατέδειξαν τον εξαίρετο επαγγελματισμό και σταθερή αφοσίωση της στο καθήκον”. Το κείμενο φέρει την υπογραφή του τότε Διοικητού της Κεντρικής Διοίκησης της USAF, Υποπτέραρχου Walter Buchanan.
Μετά από αυτά τα γεγονότα, η Witt μεταφέρθηκε στο γραφείο Ειδικών Ερευνών της Αεροπορίας στο Μέρυλαντ, μέχρι την αποστρατεία της το 2008. Το αμερικανικό δίκτυο NBC αναφέρει ότι, μετά την αποστράτευσή της, η Witt συνέχισε την καριέρα της στις υπηρεσίες πληροφοριών ως “εργολάβος” (contractor) με δραστηριότητα στην Μέση Ανατολή και το Αφγανιστάν. Σύμφωνα πάντα με το εν λόγω ειδησεογραφικό δίκτυο, το 2012 ήρθε σε επαφή με Ιρανούς πράκτορες και δήλωσε την πρόθεση της να αυτομολήσει στο Ιράν, και να βοηθήσει με τις γνώσεις της τις υπηρεσίες πληροφοριών της χώρας, με την προϋπόθεση ότι θα της παρείχαν άσυλο.
Υποτίθεται ότι ταξίδεψε στην χώρα αυτή και εμφανίστηκε στην τηλεόραση κάνοντας δηλώσεις κατά της πατρίδας της, ενώ ασπάστηκε το Ισλάμ. Εκεί ήρθε σε επαφές με στελέχη των Φρουρών της Επανάστασης, οι οποίοι ήταν καχύποπτοι σχετικά με την αξιοπιστία και τις προθέσεις της Witt. Σε οποιαδήποτε περίπτωση, μετά από κάποια ταξίδια της στην Καμπούλ και το Ντουμπάϊ, φαίνεται ότι επετεύχθη συμφωνία για την εγκατάστασή της στο Ιράν, καθώς και για την χρηματοδότησή της και την παροχή ηλεκτρονικού εξοπλισμού, ώστε να χρησιμοποιήσει τις γνώσεις της κατά των πρώην συναδέλφων της.
Σύμφωνα με το FBI, η Witt διώκεται γιατί οι πράξεις της οδήγησαν σε αποκάλυψη επιχειρήσεων και πρακτόρων των ΗΠΑ, και βοηθούν το Ιράν να πλήξει με κυβερνοπόλεμο δίκτυα πληροφοριών και “κρυφού ίντερνετ”, που χρησιμοποιούν οι υπηρεσίες της χώρας για επικοινωνία με πηγές πληροφοριών στην περιοχή. Το θέμα φαίνεται να εκτείνεται ακόμη περισσότερο, καθώς τέσσερις Ιρανοί πολίτες (οι Mojtaba Masoumpour, Behzad Mesri, Hossein Parvar και Mohamad Paryar) κατηγορούνται ότι προσπάθησαν να “χακάρουν” υπολογιστές πρώην συναδέλφων της Witt προς όφελος του Ιράν.
Η έκταση της ζημιάς, που έχει δημιουργήσει η υπόθεση Witt, στα αμερικανικά δίκτυα πληροφοριών στο Ιράν και την Μέση Ανατολή γενικότερα παραμένει ακόμη απροσδιόριστη. Πάντως, φαίνεται ότι η αμερικανική στρατιωτική υπηρεσία πληροφοριών DIA (Defense Intelligence Agency), όσο και η διαβόητη κεντρική υπηρεσία πληροφοριών CIA (Central Intelligence Agency) προσπαθούν να υποβαθμίσουν το γεγονός, και δηλώνουν ότι οι γνώσεις και οι πληροφορίες που κατέχει η Witt αφορούν πολύ μικρό και τοπικό μέρος των συνολικών αμερικανικών επιχειρήσεων πληροφοριών στο Ιράν και την Νοτιοδυτική Ασία γενικότερα.
Τ. Σύρμας