Στις 28 Ιουνίου 2019 η Lockheed Martin θα παραδώσει το πρώτο από τρία μίνι υποβρύχια σκάφη Dry Combat Submersible (DCS) στην αμερικανική Διοίκηση Ναυτικού Ειδικού Πολέμου (Naval Special Warfare Command – NSWC) που διοικεί τους βατραχανθρώπους του Αμερικανικού Ναυτικού SEAL.
Το DCS είναι το πρώτο “στεγνό” υπoβρύχιο σκάφος των SEAL μετά από πολλές προσπάθειες, με κορυφαία το ακυρωθέν πρόγραμμα Advanced SEAL Delivery System (ASDS), το οποίο κόστισε 885 εκατομμύρια δολάρια σε ένα διάστημα τεσσάρων ετών (1996-2000). Θα κατασκευάζονταν έξι μίνι υποβρύχια, αλλά μετά την καταστροφή από πυρκαγιά του πρωτοτύπου, και εξαιτίας του μεγάλου κόστους, το πρόγραμμα ακυρώθηκε.
Τα τρία DCS θα κοστίσουν 166 εκατομμύρια δολάρια και oi παραδόσεις τους θα ολοκληρωθουν το οικονομικό έτος 2020. Το πρόγραμμα υλοποιείται σε συνεργασία με την βρετανική εταιρεία MSUBS, η οποία είχε παραδώσει τα δύο πρώτα δοκιμαστικά σκάφη S301/ S301i των 8 ατόμων (2 πλήρωμα + ΄6 δύτες) και S351 Nemisis των 10 ατόμων (2 πλήρωμα + 8 δύτες), με κωδικούς UOES-1 και UOES-2 αντίστοιχα.
Το S-351 έχει μήκος 12 μ., ύψος 2,5 μ. και διάμετρο 2,2 μ., ενώ το εκτόπισμά του ανέρχεται στους 26 τόνους. Η ακτίνα δράσης του φτάνει τα 216 χλμ. με ταχύτητα 5 κόμβων. Σε αντίθεση με τα “υγρά” (γεμίζουν νερό) SDV Mk VIII, το DCS δεν θα μεταφέρεται από τα υποβρύχια Ειδικών Επιχειρήσεων κλάσης Los Angeles, Ohio, και Seawolf, τα οποία δέχονται στεγανό προσθαφαιρούμενο υπερβαρικό θάλαμο για αποθήκευση και εξαπόλυση των SDV. Το DCS θα μεταφέρεται και θα αναπτύσσεται από πλωτές βάσεις ειδικών επιχειρήσεων, όπως το MV Ocean Trader (πρώην Cragside), ένα πλοίο Υποστήριξης Ειδικού Πολέμου (Special Warfare Support) που υπάγεται στην US Military Sealift Command.
To πλεονέκτημα των “στεγνών” μίνι υποβρυχίων έναντι των “υγρών” SDV είναι ότι προσφέρουν μεγαλύτερη ακτίνα δράσης εν καταδύσει καθώς οι βατραχανθρώποι δεν κινδυνεύουν από υποθερμία σε πολύωρες υποβρύχιες διεισδύσεις, και φτάνουν στον στόχο ξεκούραστοι για την εκτέλεση της αποστολής.