Ένα νέο μη επανδρωμένο επιθετικό αεροσκάφος (UCAV: Unmanned Combat Air Vehicle) ονόματι “Αkinci” παρουσίασε η Τουρκία κατά τη διάρκεια της έκθεσης αεροδιαστημικής τεχνολογίας Teknofest. Ο πρόεδρος της εταιρείας Bayraktar, Σελτσούκ Mπαϊρακτάρ, που κατασκευάζει μη επανδρωμένα αεροσκάφη ανακοίνωσε ότι το Akinci θα ξεκινήσει τις πρώτες δοκιμαστικές πτήσεις εντός του Οκτωβρίου 2019.
Το Akinci διαφέρει από τα γνωστά πλέον UAV Bayraktar – που πλημμυρίζουν το Αιγαίο – στο ότι αποτελεί ένα “στρατηγικό” και όχι “τακτικό” UAV, δηλαδή έχει πολύ μεγάλη ακτίνα δράσης και μπορεί να παραμείνει σε πτήση επί πολλές ώρες. Επιπλέον, διαφέρει στο ότι μεταφέρει όχι απλώς μικρά βλήματα κατά προσωπικού ή οχημάτων, αλλά μια μεγάλη ποικιλία μεγάλων βομβών, πυραύλων αέρος-εδάφους αλλά και πυραύλων πλεύσης (cruise). Όλα τα συστήματα του είναι εγχώρια.
Το Akinci δεν προορίζεται στο να κυνηγά και να σκοτώνει αντάρτες – χωρίς αυτό βέβαια να αποκλείεται – αλλά για αποστολές αεροπορικής κρούσης, στρατηγικού βομβαρδισμού, καταστολής/ καταστροφής αεράμυνας, ακόμη και για την κατάρριψη αεροσκαφών και ελικοπτέρων.
Οι κατασκευαστές του μη επανδρωμένου επιθετικού αεροσκάφους υποστηρίζουν πως μετά τις δοκιμές που θα γίνουν, το Akinci θα μπορεί να ενταχθεί στο οπλοστάσιο των Τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων στα τέλη 2020, δηλαδή σε ένα περίπου έτος.
Το Akinci έχει μήκος 12,5 μ. και εκπέτασμα πτερύγων 20 μ., ζυγίζει 4,5 τόννους και μπορεί να μεταφέρει πολεμικό φορτίο βάρους 1,5 τόνου. Συγκεκριμένα, εσωτερικά φέρει οπλισμό βάρους 450 κ. και εξωτερικά βάρους 900 κ. Η διάρκεια πτήσης του είναι 24 ώρες και η επιχειρησιακή οροφή του 12.192 μ.
Διαθέτει έξι σημεία τοποθέτησης οπλισμού, ο οποίος μπορεί να περιλαμβάνει: κατευθυνόμενους με λέιζερ βλήματα MAM-L βάρους 20 κ. με ακτίνα δράσης 8 χλμ., MAM-C βάρους 8,5 κ. με την ίδια ακτίνα δράσης, κατευθυνόμενες με λέιζερ ρουκέτες των 2,75» ιντσών CIRIT, βόμβες Μk81 και Mk82 και τον πύραυλο SOM ALCM βάρους 600 κ., εκ των οποίων τα 230 ανήκουν στην πολεμική κεφαλή, με ακτίνα δράσης 250 χλμ. Το βλήμα προορίζεται κυρίως για προσβολές πλοίων με πτήση ελάχιστα πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας με ταχύτητα 623 κόμβο (0,94 Mach).
Πριν βιαστούμε να υποβαθμίσουμε το Akinci ότι καταρρίπτεται εύκολα ως ένα αργό δικινητήριο αεροσκάφος (η υποβάθμιση/ απαξίωση της τουρκικής απειλής είναι η “μόδα” των τελευταίων ετών από πολιτικο-στρατιωτικούς υπεύθυνους για να καθησυχάζουν τους αδαείς, να ικανοποιούν τους ανόητους και να δικαιολογούν την ύπαρξή τους…) να τονίσουμε ότι συνιστά ένα πολύ επικίνδυνο στρατηγικό όπλο, έστω και αν προκαλέσει μόνον κορεσμό της ελληνικής αεράμυνας.
Χάρις στην ακτίνα δράσης του, το Akinci μπορεί να παρακάμψει το ελληνικό σύστημα αεραμύνης και να πλήξει σε μεγάλο βάθος μέσα στην Ελλάδα στρατηγικούς στόχους από διευθύνσεις που δεν αναμένουμε και δεν καλύπτονται από ραντάρ και αντιαεροπορικά συστήματα. Αυτοί οι στόχοι μπορεί να είναι πολιτικές υποδομές (εγκαταστάσεις ΔΕΗ, γέφυρες, διϋλιστήρια, κέντρα τηλεπικοινωνίας, νοσοκομεία, αεροδρόμια, λιμάνια κ.λπ.) αλλά και στρατιωτικές υποδομές όπως αεροπορικές βάσεις, αποθήκες όπλων και πυρομαχικών, στρατηγεία, στρατόπεδα, ναύσταθμους, κ.λπ.
Επίσης, μπορεί να πετάξει πολύ χαμηλά για να διεισδύσει από τυφλές γωνίες και να πλήξει ραντάρ αεράμυνας, αντιαεροπορικούς πυραύλους Patriot, ώστε να ανοίξει τον δρόμο για τα τουρκικά μαχητικά. Επιπλέον, μπορεί να απελευθερώσει από την αποστολή της Εγγύς Αεροπορικής Υποστήριξης (CAS) δεκάδες τουρκικά μαχητικά, τα οποία θα πετάνε σε καθαρά αντι-αεροπορικό ρόλο εναντίον των αεροσκαφών της ΠΑ. Αυτό σημαίνει ότι η Τουρκική Αεροπορία πολλαπλασιάζεται εμμέσως πλην σαφώς, και χωρίς να χρειάζεται πιλότους.
Μια άλλη αποστολή του Akinci μπορεί να είναι η περιπολία μεταξύ Κρήτης – Κύπρου για να πλήξει με πυραύλους cruise ελληνικά πολεμικά και μεταγωγικά πλοία που σπεύδουν να ενισχύσουν την Μεγαλόνησο. Eπίσης, μπορεί να αποτελέσει πλατφόρμα Ηλεκτρονικού Πολέμου και Συλλογής Πληροφοριών.
Με την εμφάνιση του UCAV Akinci αλλά και τον τεράστιο στόλο των UAV MALE Bayraktar είναι προφανές ότι η Άγκυρα δημιουργεί μια δεύτερη “ρομποτική” αεροπορία, η οποία δημιουργεί σοβαρές προκλήσεις σε μια συρρικνούμενη και τεχνολογικά στάσιμη Πολεμική Αεροπορία, και γενικότερα στο ελληνικό σύστημα Αεράμυνας.
Η ελληνική απάντηση δεν μπορεί να είναι UAV χαμηλών προδιαγραφών και ικανοτήτων, μια κίνηση που προβάλλεται ως η “απάντηση” στα τουρκικά UAV. Η αλήθεια είναι ότι πέραν από τα μερικά “δανεικά” UAV Reaper και τα νοικιασμένα Heron – που χρησιμοποιούνται κυρίως για επιτήρηση του Αιγαίου, και όχι για συνεργασία με επίγειες δυνάμεις για παροχή πληροφοριών και στοχοποίηση – στον τομέα της αεράμυνας δεν έχει υπάρξει καμία εξέλιξη. Εκτός από τα 180 εκατ. ευρώ που αποδεσμεύτηκαν για ανταλλακτικά για τα Mirage 2000, το πρόγραμμα των F-16 Viper θα αποδώσει σε μερικά έτη, δεν υπάρχει περίπτωση (για την ώρα) απόκτησης μαχητικού νέας γενεάς, τα αντιαεροπορικά συστήματα χρήζουν εκσυγχρονισμού και συμπλήρωσης απέναντι στις νέες απειλές.
Ο τουρκικός συνδυασμός αντιαεροπορικών-αντιβαλλιστικών πυραύλων S-400, νέας ρομποτικής αεροπορίας, βαλλιστικών πυραύλων, διαρκώς βελτιούμενης Τουρκικής Αεροπορίας, και εν όψει αγοράς μαχητικού 5ης Γενεάς (αμερικανικού ή ρωσικού…) προφανώς δείχνει ότι ο Αεροπορικός Πόλεμος όχι απλώς επάνω από το Αιγαίο αλλά πάνω από όλη την Ελλάδα ουσιαστικά χάνεται ή έχει ήδη χαθεί. Και αυτό αυτόματα σημαίνει και ήττα σε πιθανό πόλεμο, αν δεν αφυπνιστεί η πολιτεία αλλά κυρίως ο λαός, ο οποίος δεν ανέχεται ούτε καν τρεις μήνες θητεία…