Αφορμή για το άρθρο αποτέλεσαν τα όσα λαμβάνουν χώρα στον χώρο της αστυνόμευσης το τελευταίο χρονικό διάστημα. Η αλήθεια είναι πως πολλοί ανέμεναν και αναμένουν από την κυβέρνηση που σχηματίστηκε μετά την κυβερνητική αλλαγή του Ιουλίου του 2019 περισσότερα πράγματα στον χώρο της δημοσίας τάξης και ασφάλειας καθώς κατά την διάρκεια διακυβέρνησης της χώρας από την προηγούμενη κυβέρνηση, ο κρίσιμος τομέας της αστυνόμευσης υποβαθμίστηκε ως απόρροια συνειδητής πολιτικής και ιδεολογικής επιλογής.
Γράφει ο Κωνσταντίνος Τόλιας
Οι πρώτες κινήσεις της κυβέρνησης και ιδιαίτερα του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη στον τομέα της ασφάλειας υπήρξαν ελπιδοφόρες και σίγουρα έχουν βελτιώσει σε ικανό βαθμό την κατάσταση. Ωστόσο, θα πρέπει να παρατηρήσουμε ότι η ταχύτητα με την οποία εκτελείται η επέκταση των ειδικών μονάδων της ΕΛ.ΑΣ, ναι μεν είναι αναγκαία για την άμεση αντιμετώπιση της εγκληματικότητας, αλλά παραβιάζει μια βασική αρχή: οι ειδικές μονάδες δεν παράγονται πρόχειρα και βιαστικά. Αυτό σημαίνει ότι οι νέες μονάδες εκ των οποίων άλλες ήδη εμφανίστηκαν και άλλες σχεδιάζεται να δημιουργηθούν ή να πολλαπλασιαστούν θα παρουσιάζουν ένα σοβαρό έλλειμμα εκπαίδευσης, μέσων και υλικών.
ΜΑΥΡΟΙ ΠΑΝΘΗΡΕΣ
Πρόσφατα στο κέντρο της Αθήνας έκαναν την εμφάνιση τους τέσσερις πενταμελείς ομάδες μαυροντυμένων αστυνομικών (που από αυτή την εμφάνισή τους έλαβαν από τα Μ.Μ.Ε τον τίτλο “Μαύροι Πάνθηρες”) με “βαρύ οπλισμό” (αν το υποπολυβόλο ΜΡ-5 9 χλστ. μπορεί να θεωρεί “βαρύ”… εμπρός στα ΑΚ-47 7,62x39 χλστ. των κακοποιών) και μετακινούμενοι με αστυνομικά οχήματα Van. Η επίσημη ονομασία της νέας ομάδας είναι “Ομάδας Εμφανούς Αστυνόμευσης και Άμεσης Ανταπόκρισης” (ΟΕΑΑΑ).
Το προσωπικό με το οποίο οι ΟΕΑΑΑ στελεχώθηκαν προέρχεται από την Υ.ΜΕ.Τ, αφού πέρασε ένα διήμερο (!) σχολείο εκπαίδευσης στα νέα του αντικείμενα. Μάλιστα στις προθέσεις της ηγεσίας είναι ο πενταπλασιασμός των ομάδων, με συνολικά 20 ομάδες να είναι γενικά διαθέσιμες. Η ταχύτητα εμφάνισης, διάρκεια εκπαίδευσης και ο επιθυμητός αριθμός των ομάδων δυστυχώς προδίδει προχειρότητα και δίνει την εντύπωση πως επιδιώκει και έναν εντυπωσιασμό, αν και η ανάγκη για άμεση ενίσχυση της ασφάλειας είναι αναμφισβήτητη. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να ληφθούν κάποια μέτρα που θα εξασφαλίσουν την ποιότητα και την αποτελεσματικότητα των νέων μονάδων.
Κατ’ αρχάς θα πρέπει να καθιερωθεί ένα σχολείο επί των νέων καθηκόντων το οποίο θα διαρκεί τρεις εβδομάδες. Επειδή οι μονάδες ΟΕΑΑΑ είναι ήδη στον δρόμο, θα μπορούσε η μετεκπαίδευσή τους να γίνεται σταδιακά, με μια μονάδα κάθε φορά να περνάει το σχολείο. Έτσι σε βάθος χρόνου θα εκπαιδευτούν όλες οι μονάδες χωρίς όμως και να λείψει η παρουσία τους.
Δεύτερον, θα πρέπει να υπάρχει διαδικασία αξιολόγησης και επιλογής του προσωπικού στον βαθμό των απαιτήσεων που απαιτεί η αποστολή τους. Η απλή μετάταξη προσωπικού από την ΥΜΕΤ ή άλλες υπηρεσίες στις νέες μονάδες δεν είναι ο ενδεδειγμένος τρόπος σύστασης ειδικών μονάδων.
Τρίτον, ο υλικό-τεχνικός εξοπλισμός και ο οπλισμός τους πρέπει να επιλεχθούν με βάση την αποστολή τους και να αγοραστούν και χορηγηθούν μαζικά και τυποποιημένα. Το κόστος είναι αναπόφευκτο, αλλά τίποτε που αξίζει δεν αποκτιέται φθηνά.
Τέταρτον, επειδή οι ΟΕΑΑΑ εμφανίστηκαν και ως ένα είδος αποτροπής τρομοκρατικών ενεργειών θα πρέπει ο οπλισμός τους να είναι ανάλογος της απειλής (ήτοι πολεμικά όπλα και επαρκής βαλλιστική θωράκιση), και να καλύπτεται νομικά η χρήση του μέσα σε πολιτικό περιβάλλον.
ΟΠΚΕ: ΤΑΧΕΙΑ ΕΠΕΚΤΑΣΗ;
Η απόφαση για την ενίσχυση των αστυνομικών δυνάμεων στην Δυτική Αττική, χώρο βαριάς εγκληματικότητας επίσης δείχνει μια βιασύνη και προχειρότητα. Ο σχεδιασμός του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας προβλέπει, εκτός των άλλων, την αύξηση του αριθμού των υφιστάμενων Ο.Π.Κ.Ε από 8 που είναι σήμερα σε 16. Δηλαδή 100%!
Αν και η απόφαση για την γενικότερη ενίσχυση των αστυνομικών δυνάμεων στην εν λόγω περιοχή κρίνεται κατά βάση ως ορθή, καθώς εκεί σημειώνονται πολλαπλά περιστατικά φαινομένων απώλειας του ελέγχου από πλευράς του Νόμου, ερωτηματικά ανακύπτουν από τον τρόπο υλοποίησης της ιδέας. Και στεκόμαστε ιδιαίτερα στην απόφαση για διπλασιασμό του αριθμού των Ο.Π.Κ.Ε.
Όποιος ασχολείται συστηματικά με τα στρατιωτικά και αστυνομικά θέματα, γνωρίζει, περίπου σαν αξίωμα, πως τα στελέχη μιας ειδικής στρατιωτικής και αστυνομικής δύναμης δεν παράγονται μαζικά και άμεσα αλλά είναι αποτέλεσμα μακράς και επίπονης διαδικασίας επιλογής, αξιολόγησης και απαιτητικής εκπαίδευσης τα δε αποτελέσματα φαίνονται σε βάθος χρόνου.
Πιο συγκεκριμένα, ένα σχολείο επιλογής προσωπικού μιας ειδικής στρατιωτικής ή αστυνομικής δύναμης, διαρκεί εύλογο χρονικό διάστημα ώστε να κριθεί η καταλληλότητα ή μη του (πρόθυμου – και το τονίζουμε!) υπό ένταξη προσωπικού, τα δε στάνταρ επιλογής είναι υψηλά και αυστηρά ώστε να εξασφαλίζεται η ποιότητα του τελικού «προϊόντος». Συνήθως καταλήγει να ολοκληρώνει το σχολείο επιλογής ένας μικρός αριθμός υποψηφίων που θεωρούνται ικανοί να φέρουν εις πέρας το βαρύ έργο που θα τους ανατεθεί στην πορεία.
Είναι απορίας άξιον πως η φυσική και πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Προ.Πο σχεδιάζει την ένταξη νέων αστυνομικών στις υπό ίδρυση Ο.Π.Κ.Ε. Καταλήγουμε πως δύο τινά μπορεί να συμβαίνουν: είτε έχει αποφασιστεί η μεταφορά υφιστάμενων Ομάδων από άλλες περιοχές, είτε η όλη επιλογή και εκπαίδευση των νέων Ομάδων θα γίνει υπό συνθήκες προχειρότητας και πίεσης χρόνου, με μοιραίο αποτέλεσμα την πτώση των ποιοτικών στάνταρ επιλογής και της επιχειρησιακής τους αποτελεσματικότητας.
Αν ισχύει το πρώτο, τότε είναι λογικό να εκτιμήσει κανείς πως η μεταφορά υφιστάμενων Ομάδων από άλλες περιοχές θα δημιουργήσει κενό ασφαλείας σε αυτές, με αποτέλεσμα η εγκληματικότητα να αυξηθεί.
Αν πάλι ισχύει το δεύτερο, είναι προφανείς οι συνέπειες από την ουσιαστική υποβάθμιση των Ο.Π.Κ.Ε, καθώς ούτε η εγκληματικότητα θα μειωθεί, όσο τουλάχιστον επιθυμεί η ηγεσία, αλλά και θα κινδυνεύσουν πραγματικά οι συγκεκριμένοι αστυνομικοί, καθώς δεν θα έχουν τα απαιτούμενα σωματικά, ψυχικά, πνευματικά εφόδια ώστε να ανταπεξέλθουν στις αυξημένες απαιτήσεις που έχει η υπηρεσία από αυτούς.
Εκείνο που προσπαθούμε να πούμε, καθ’ όλο το μήκος της πρότασης μας είναι πως, οι όποιες (αναγκαίες) μεταρρυθμίσεις στο Σώμα της Ελληνικής Αστυνομίας πρέπει να υλοποιούνται αφού προηγουμένως έχουν περάσει το απαιτούμενο στάδιο της σύλληψης μιας ιδέας, της επεξεργασίας της, της ανάλυσης της, της τελικής μορφοποίησης της και κατόπιν της υλοποίησης της, όχι να υποκύπτουν σε πολιτικές, κοινωνικές, επικοινωνιακές σκοπιμότητες της στιγμής.
Η δε επίδραση μιας μεταρρύθμισης φαίνεται συνήθως σε βάθος χρόνου και γίνεται σταδιακά, όχι άμεσα. Ειδικά για το θέμα της επιλογής προσωπικού που στελεχώνει τις Ειδικές Επιχειρησιακές Ομάδες της ΕΛ.ΑΣ πρέπει να μελετάται σε βάθος και να υλοποιείται με προσεκτικά βήματα και-εννοείται!-όχι με εκπτώσεις σε θέματα ποιότητας, σκληραγώγησης και προθυμίας του προσωπικού.
Στον τομέα των Ειδικών Επιχειρήσεων-Δράσεων βρίσκει απόλυτη εφαρμογή το δόγμα της υπεροχής της ποιότητας έναντι της ποσότητας. Είναι σαφώς προτιμότερη η ύπαρξη λιγότερων επιχειρησιακών ομάδων με προσεκτικά επιλεγμένο και εκπαιδευμένο προσωπικό, παρά η ύπαρξη περισσότερων με προσωπικό χαμηλότερων προσόντων.
Εν κατακλείδι μπορούμε να πούμε πως η απουσία κουλτούρας “ειδικών δυνάμεων” είναι αισθητή στους κόλπους της ΕΛ.ΑΣ καθώς η ηγεσία δεν μπορεί να αντιληφθεί την ιδιαίτερη φύση τους, ούτε και τους αποδίδει την δέουσα προσοχή, με συνέπεια της σχετικής αδυναμίας την τάξη πρόχειρων και ανεδαφικών στόχων που έχουν όμως σαν αποτέλεσμα την φτωχή συνολική απόδοση του συστήματος και την διαιώνιση του αισθήματος ανασφάλειας του πολίτη.